Στα 44 μου χρόνια ο Θεός μου φανέρωσε αυτό, που θα με κράταγε μέχρι τέλους της ζωής μου σταθερό στη στενή και τεθλιμμένη οδό που είχα επιλέξει.
Το της «ατιμίας πώμα καθάρσιον» που λέει και ο Άγιος
Ιωάννης ο Σιναϊτης. Από τότε μέχρι την τελευταία μου αναπνοή ούτε στιγμή δεν μ’
άφησε η συκοφαντία, η προσβολή, η περιφρόνηση.
Δεν θα μπορέσεις έτσι να καταλάβεις, ότι τη
συκοφαντία και την προσβολή και την περιφρόνηση έφτασα ν’ αγαπήσω.
Απορείς;
Κι όμως, έμαθα να τα βλέπω σαν τα καρφιά του σταυρού
μου. Αυτή ήταν η οδός της ανάστασής μου.
Να’ ναι ευλογημένα. Με μάθαν ν’ αγαπώ, απαλλαγμένος
από την αγωνία να αρέσω, να γοητεύω, να τιμώμαι.
Με μάθαν να στρέφω το βλέμμα στους ταπεινούς και
καταφρονεμένους, στους απλούς ανθρώπους, στο χρυσάφι της Γης.
Δεκατέσσερα χρόνια έμεινα στη Ριζάρειο, 14 χρόνια
φόβου και τρόμου μπροστά στην ευθύνη να σφραγίζεις ανθρώπινες προσωπικότητες με
το λόγο σου και το παράδειγμά σου.
Μόνο ένας φοίνικας στην κάτω μεριά της Σχολής
γνωρίζει τα δάκρυα που ξεχείλιζαν τα μάτια μου τις νύχτες των προσευχών μου,
για να με φωτίσει ο Θεός τι πρέπει κάθε στιγμή να λέω και να πράττω, μην πάρω
ψυχές στον λαιμό μου, μην οδηγήσω ανθρώπους, άθελά μου, σε λάθος μονοπάτι.
Και κάτι άλλο παιδί μου, και κάτι άλλο…Ξέρεις, αν
κάτι με «έδεσε» με τον Χριστό δεν ήταν τόσο ούτε ο λόγος Του ούτε τα θαύματά
Του.
Αυτό που πάντα με καθήλωνε ήταν η έμπρακτη, μέχρι
θανάτου, αγάπη και ταπεινοφροσύνη Του.
Θέλησα να μην λοξοδρομήσω ποτέ απ το παράδειγμά Του.
Δεν υπήρχε λοιπόν διακόνημα, καθήκον, ακόμη και –ας την πούμε- «ανάρμοστη» για
τη θέση μου χειρωνακτική εργασία που να υπέδειξα σε μεγάλο ή μικρό, πριν με δει
να καταπιάνομαι πρώτος εγώ.
Πολλές μεθόδους είχα δοκιμάσει, τίποτα όμως δεν
βρήκα πιο αποτελεσματικό απ’ το παράδειγμα.
Θα με ρωτήσεις βέβαια ποιος είναι ο καλός
μαργαρίτης. Πολλές φορές το σκέφτηκα και θα σου πω πού κατέληξα: ο καλός
μαργαρίτης είναι η καλή απολογία.
Η διαρκείς ανάμνηση της στιγμής, που θα βρεθείς
μπροστά Του. Ούτε αστραπές ούτε βροντές. Μόνο μια ματιά Του, που θα σε
διαπεράσει σαν γλυκόστομη ρομφαία και θα ξετυλίξει μπροστά στα μάτια σου, σε
μια στιγμή ολόκληρη τη ζωή σου. Δε θα μιλήσει.
Εσένα όμως σε πλημμυρίζει ένα βαρύ ερώτημα:
Άξιζε την τόση αγάπη του Πλάστη μου η ζωή που έζησα;
Άξιζε;
Άξιζε;
Θα ρωτήσει τόσες φορές όσοι και οι κόκκοι της άμμου.
Κανείς δε θα βιάζεται. Ούτ’ εσύ ούτε αυτός. Ώρες μήνες αιώνες θα ρωτάς. Και
κάποια στιγμή θ’ αποφασίσεις, αν μπορείς να Τον κοιτάξεις στα μάτια. Ξέρω τι
σκέφτεσαι, ξέρω τι ρωτάς: είναι αυτή η στιγμή της κόλασης και του Παραδείσου;
Και σου απαντάω: δεν ξέρω τι μου λες. Εγώ ξέρω ότι
είν’ αβάσταχτο κρίμα να πικραίνεις ένα λατρεμένο σου σύντροφο, ένα φίλο, που σε
νοιάστηκε πιο πολύ κι απ’ τη μάνα σου! Είναι αβάσταχτο κρίμα να πικραίνεις το
Χριστό σου.
Αυτός ήταν για μένα πάντοτε ο φόβος της κολάσεώς
μου. Έτρεμα τη στιγμή που δεν θα άντεχα να Τον κοιτάξω στα μάτια. Γιατί, όταν
όλα περάσουν, ένα πράγμα μένει στον άνθρωπο και ένα πράγμα θα μείνει στη
Δημιουργία στο τέλος των αιώνων.
Το φιλότιμο.
Από το βιβλίο “Ψίθυροι Αγγέλων” του κ. Ηλία Λιαμή
που παρουσιάζει
7+1 “φανταστικούς” διαλόγους με Αγίους της Εκκλησίας
μας
Πηγή: https://www.ekklisiaonline.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Αφήστε το σχόλιό σας εδώ